Δεν ξέραμε, δεν ρωτάγαμε;

Δεν υπάρχουν λόγια για να αποτυπώσει κανείς τη συσσωρευμένη βλακεία που επιδείχθηκε τόσο σε πολιτικό, όσο και υπηρεσιακό επίπεδο στο θέμα της διαχείρισης του επικίνδυνου υλικού που σκόρπισε πριν από δυο εβδομάδες το θάνατο και την καταστροφή στη ναυτική βάση στο Μαρί.


Το βέβαιο, πλέον, με βάση τα στοιχεία που έχουν δημοσιοποιηθεί μέχρι σήμερα, είναι ότι η Κύπρος ήταν εκ των πραγμάτων ανίκανη και αδύναμη να διαχειρισθεί αυτό το φορτίο, αφού δεν είχε ούτε τα μέσα, ούτε την τεχνογνωσία.


Δεν βρέθηκε ένας!
Και παρ’ όλα αυτά, για δυόμισι χρόνια δεν βρέθηκε ένας σώφρων και ειλικρινής να παραδεχθεί αυτή την αδυναμία και να πείσει και τους υπόλοιπους ότι θα έπρεπε να ζητηθεί βοήθεια από το εξωτερικό. Ούτε και σε αυτό το κρίσιμο 7ήμερο (4-11 Ιουλίου), όπου πλέον το ένα από τα εμπορευματοκιβώτια είχε προειδοποιήσει με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο ότι η ώρα της καθολικής έκρηξης είχε πλησιάσει!


Το πλέον χαρακτηριστικό είναι ότι από τα κρατικά τμήματα και τις κυβερνητικές υπηρεσίες που ενεπλάκησαν από την ώρα της κατάσχεσης του φορτίου έως και την τελευταία σύσκεψης της 6ης Ιουλίου στη ναυτική βάση, δεν υπάρχει εμπλοκή ειδικών που πραγματικά να γνώριζαν για τη (φυσικοχημική) συμπεριφορά των τόνων πυρίτιδας που ήταν στοιβαγμένες στα εμπορευματοκιβώτια.


Η υπηρεσία Μεταλλείων
Από πλευράς Εθνικής Φρουράς, ακόμη και οι υψηλόβαθμοι αξιωματικοί που είχαν συμμετάσχει στην τελευταία σύσκεψη στη ναυτική βάση δεν είχαν ειδικότητα τέτοια που θα μπορούσαν να εκφέρουν επιστημονική άποψη για την ύψιστη επικινδυνότητα της αλλοιωμένης και αποσταθεροποιημένης πυρίτιδας. Για παράδειγμα, δεν υπήρχε από πλευράς ΕΦ ένας πυροτεχνουργός.


Οι μόνοι που εμφανίζονται ως σχετικοί με το αντικείμενο σε εκείνη τη σύσκεψη είναι δύο λειτουργοί της υπηρεσίας Μεταλλείων του υπ. Γεωργίας, Φυσικών και Πόρων και Περιβάλλοντος. Πρόκειται για τους Ερωτόκριτο Αναστασιάδη και Ανδρέα Χριστοδούλου, οι οποίοι με βάση την έκθεση που ετοιμάστηκε από τον Σ/χη Γ. Γεωργιάδη δεν φαίνεται να κάνουν κάποιες πιο συγκεκριμένες εισηγήσεις για το χειρισμό τουλάχιστον του άκρως επικίνδυνου διογκωμένου και παραμορφωμένου εμπορευματοκιβωτίου, πέρα από την ανάγκη απομάκρυνσής του και την κατάβρεξη των υπολοίπων με θαλασσινό νερό.


Άργησαν οι ειδικοί
Αντίθετα, οι Ελλαδίτες και Βρετανοί ειδικοί, οι οποίοι κλήθηκαν μετά το κακό για να ερευνήσουν τα αίτια της φοβερής έκρηξης, υπεισέρχονται σε επιστημονικές αναλύσεις του τρόπου συμπεριφοράς της πυρίτιδας στις υψηλές θερμοκρασίες στις οποίες ήταν για μήνες εκτεθειμένη, στη σοβαρότατη αλλοίωση που υφίσταται σε τέτοιες συνθήκες, στα αέρια που εκλύονται, στις χημικές αντιδράσεις που σημειώνονται και στη σταδιακή εξουδετέρωση των ιδιαιτέρως σημαντικών σταθεροποιητικών ουσιών.


Μάλιστα, οι εμπειρογνώμονες των Βρετανικών Βάσεων επεσήμαναν στο τετρασέλιδο πόρισμα και το ότι η Κυπριακή Δημοκρατία ήταν αδύνατον, όπως διαπιστώθηκε, εδώ και πολλούς μήνες να διαχειρισθεί το συγκεκριμένο φορτίο.


Φυσικά, στο επίπεδο των δικών μας υπηρεσιακών παραγόντων, ουδείς βρέθηκε να παραδεχθεί κάτι τέτοιο και να πείσει και τους υπόλοιπους (αλλά και τους πολιτικούς τους προϊσταμένους) ότι η Κύπρος θα έπρεπε τάχιστα να εκπέμψει SOS και να ζητήσει βοήθεια από χώρες οι οποίες είχαν και τα μέσα και την τεχνογνωσία χειρισμού του προβλήματος.


Το τμήμα Τελωνείων
Με βάση και τη χθεσινή συνέντευξη του παραιτηθέντος αρχηγού του ΓΕΕΦ, Πέτρου Τσαλικίδη, στο «Έθνος της Κυριακής» (δημοσιεύεται σχετικό ρεπορτάζ σε διπλανές στήλες), φαίνεται ότι η Εθνική Φρουρά δεν είχε τη δυνατότητα άμεσης πρόσβασης στα εμπορευματοκιβώτια. Όπως πληροφορείται ο «Π», μετά την κατάσχεση και τον δειγματοληπτικό έλεγχο που έγινε, όλα είχαν σφραγισθεί από το τμήμα Τελωνείων. Η κάθε επέμβαση σε αυτά (αφαίρεση των πυροσωλήνων-18/2/2009, λήψη δειγμάτων για χημική ανάλυση-22/3/2011) γινόταν παρουσία λειτουργού του τμ. Τελωνείων, ο οποίος μετά το πέρας της κάθε εργασίας επανασφράγιζε εκείνα τα κοντέινερ που είχαν ανοιχθεί.

Πηγή: Εφημερίδα «ΠΟΛΙΤΗΣ»

0 Σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου